γεννήτρια (η)
Η λέξη γεννήτρια στην ΑΕ σήμαινε «μητέρα». Την επιστημονική σημασία της λέξης τη δανειστήκαμε από τη γαλλική (génératrice, générateur).
Στα υδροηλεκτρικά εργοστάσια της ΔΕΗ υπάρχουν τεράστιες γεννήτριες οι οποίες χρησιμοποιούν την ενέργεια του νερού που κυλάει.
Το δυναμό που έχουμε στα ποδήλατα είναι μια πολύ απλή γεννήτρια. Όσο γυρίζει η ρόδα, ανάβει το φως!
Οι γεννήτριες που χρησιμοποιούν την κινητική ενέργεια του ανέμου και τη μετατρέπουν σε ηλεκτρική ονομάζονται ανεμογεννήτριες.
Αγγλική |
generator |
Αραβική |
مولد كهرباء |
Ρωσική |
генератор |
Τούρκικη |
jeneratör |
Κινεζική |
发电机 |
Τι παρατηρούμε για τη λέξη αυτή στις γλώσσες του κόσμου;
Το ήξερες ότι στα νοσοκομεία και τα στρατόπεδα υπάρχει πάντα μια εφεδρική γεννήτρια που χρησιμοποιείται στην περίπτωση που έχουμε διακοπή ρεύματος; Ποιες γεννήτριες είναι άραγε πιο φιλικές για το περιβάλλον; Αυτές που λειτουργούν με τον άνεμο ή αυτές που αυτές που χρησιμοποιούν ορυκτά καύσιμα;