α
αγωγός (ηλεκτρισμού)
αγωγός (ο)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/αγωγος-1.mp3"][/audio]Η λέξη αγωγός προέρχεται από το ΑΕ ρήμα άγω που σημαίνει «μεταφέρω».
αγωγός (θερμότητας)
αγωγός (ο)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/αγωγος.mp3"][/audio]Η λέξη αγωγός προέρχεται από το ΑΕ ρήμα άγω που σημαίνει «μεταφέρω».
άπωση
άπωση (η) (απωθώ, απωθούμαι)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/απωση.mp3"][/audio]Η λέξη άπωση προέρχεται από την ΑΕ. Τη σημερινή της, όμως, σημασία τη δανειστήκαμε από τη γαλλική (répulsion).
ασφάλεια (ηλεκτρική)
ασφάλεια (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/ασφαλεια.mp3"][/audio]Η λέξη ασφάλεια είναι ΑΕ. Όμως, μερικές από τις πολλές σημασίες της τις δανειστήκαμε από άλλες γλώσσες, π.χ. τη γαλλική (sécurité, sûreté) και την αγγλική (insurance).
άτομο
άτομο (το)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/ατομο.mp3"][/audio]Η λέξη άτομο είναι ΑΕ. Παράγεται από το στερητικό α- και τη λέξη τέμνω και σημαίνει «αυτό που δεν τέμνεται, δηλαδή δεν διαιρείται σε μικρότερα τμήματα».
β
βρασμός
βρασμός (ο) (βράζω)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/βρασμος.mp3"][/audio]Η λέξη βρασμός είναι παράγωγη: βράζω (βρασ-) +-μός, δηλαδή το αποτέλεσμα του βράζω.
γ
γεννήτρια (ηλεκτρική)
γεννήτρια (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/γεννητρια.mp3"][/audio]Η λέξη γεννήτρια στην ΑΕ σήμαινε «μητέρα». Την επιστημονική σημασία της λέξης τη δανειστήκαμε από τη γαλλική (génératrice, générateur).
Τι παρατηρούμε για τη λέξη αυτή στις γλώσσες του κόσμου;
δ
διακόπτης
διακόπτης (ο) (διακόπτω, διακόπτομαι)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/διακόπτης.mp3"][/audio]Η λέξη διακόπτης προέρχεται από το ρήμα διακόπτω που σημαίνει «κόβω στα δύο, στη μέση».
διαστολή (θερμική)
διαστολή (η) (διαστέλλομαι)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/διαστολή.mp3"][/audio]Η λέξη διαστολή στην ΑΕ σήμαινε «χωρισμός ή απομάκρυνση». Δανειστήκαμε τη σημερινή σημασία της λέξης από τη γαλλική (dilatation).
δίκτυο (ηλεκτρικό)
δίκτυο (το)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/δικτυο.mp3"][/audio]Η λέξη δίκτυο προέρχεται από την ΑΕ, όπου σήμαινε «δίχτυ». Δανειστήκαμε τη σημερινή σημασία από τη γαλλική (réseau) ή την αγγλική (net).
ε
έλξη
έλξη (η) (έλκω, έλκομαι)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/ελξη.mp3"][/audio]Η λέξη έλξη στα ΑΕ σήμαινε «τράβηγμα, σύρσιμο».
ένωση (χημική)
ένωση (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/ενωση.mp3"][/audio]εξάτμιση
εξάτμιση (η) (εξατμίζομαι)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/εξατμιση.mp3"][/audio]Η λέξη εξάτμιση προέρχεται από το ΑΕ ρήμα ἀτμίζω που σημαίνει «βγάζω ατμούς».
επαφή (ηλεκτρική)
επαφή (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/επαφη.mp3"][/audio]Η λέξη επαφή είναι ΑΕ και σήμαινε «άγγιγμα».
η
ηλεκτρισμός
ηλεκτρισμός (ο)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/ηλεκτρισμός-1.mp3"][/audio]Η λέξη ηλεκτρισμός είναι δάνεια από τη γαλλική (électricité) ή την αγγλική (electricity). Μπορούμε, όμως, να αναγνωρίσουμε την ΑΕ λέξη ἤλεκτρον που σήμαινε «κεχριμπάρι, ρετσίνι με κιτρινωπό χρώμα».
Τι παρατηρούμε για τη λέξη αυτή στις γλώσσες του κόσμου;
θ
θερμική ενέργεια
θερμική ενέργεια (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/θερμική-ενέργεια.mp3"][/audio]Η λέξη θερμικός προέρχεται από την ΑΕ λέξη θερμός που σήμαινε «ζεστός». Κατασκευάστηκε, όμως, στη γαλλική (thermique).
Τι παρατηρούμε για τη λέξη αυτή στις γλώσσες του κόσμου;
θερμοκρασία
θερμοκρασία (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/θερμοκρασια.mp3"][/audio]Η λέξη θερμοκρασία προέρχεται από τις ΑΕ λέξεις θερμός +κράση (=ανάμειξη).
θερμόμετρο
θερμόμετρο (το) (θερμομετρώ)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/θερμομετρο.mp3"][/audio]Η λέξη θερμόμετρο είναι σύνθετη: θερμο- + -μετρο. Πρώτη φορά, όμως, σχηματίστηκε στη γαλλική (thermomètre ).
Τι παρατηρούμε για τη λέξη αυτή στις γλώσσες του κόσμου;
θερμότητα
θερμότητα (η) (θερμαίνω, θερμαίνομαι)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/θερμότητα.mp3"][/audio]Η λέξη θερμότητα προέρχεται από την ΑΕ.
κ
κατάσταση (φυσική)
κατάσταση (η)
[audio mp3="https://elefys.e-me.edu.gr/wp-content/uploads/2019/08/κατάσταση.mp3"][/audio]Η λέξη κατάσταση είναι ΑΕ.